Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Η νέα δημοκρατία της Βενεζουέλας



Η Patria Grande του Μπολιβάρ πηγή ελπίδας για την ανατολή μιας νέας εποχής



Η εκλογή του Χούγκο Σάβεζ τον Δεκέμβριο του 1998, στο αξίωμα του προέδρου της δημοκρατίας της Βενεζουέλας, έφερε τρομακτική αναστάτωση στα επιτελεία του «μεγάλου αδελφού» στον Λευκό Οίκο, καθώς και σ’ αυτά της διεθνούς «επενδυτικής κοινότητας». Ήταν δυνατόν να είναι αλήθεια; Μόλις μια δεκαετία μετά το «τέλος του κομμουνισμού» και ξαφνικά ένα καθεστώς παρόμοιο μ’ εκείνο του Λαϊκού Μετώπου του Σαλβαδόρ Αλλιέντε στη Χιλή και των Σαντινίστας στην Νικαράγουα, αναδύθηκε σε μια από τις πιο «ευαίσθητες περιοχές» της Λατινικής Αμερικής.

Viva el mestizaje, abajo los puros!*

Μ’ αυτό το κεντρικό σύνθημα οι εργαζόμενες τάξεις του Καράκας, το mestizaje – που στη τοπική γλώσσα σημαίνει φτωχολογιά, αλλά και προλεταριάτο – των πόλεων και της υπαίθρου, συσπειρώθηκαν πίσω απ’ το Κίνημα της 5ης Δημοκρατίας και τα άλλα 8 κόμματα, που αποτέλεσαν το Polo Patriotico (Πατριωτικός Πόλος) για ν’ αναδειχθεί με σαρωτικό τρόπο στο προεδρικό αξίωμα της Βενεζουέλας, ο Χούγκο Σάβεζ. Το πόσο ορμητική κι αναπάντεχη ήταν η εισβολή της φτωχολογιάς στο πολιτικό προσκήνιο της Βενεζουέλας γίνεται φανερό κι απ’ τον τρόπο που μια καθαρά εκλογική συμμαχία αριστερών κομμάτων, ανύπαρκτη έως ένα εξάμηνο πριν τις προεδρικές εκλογές, μπόρεσε να σαρώσει τον δικομματισμό που κυριαρχούσε απόλυτα για 40 συναπτά έτη στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. 
Η ιδιαίτερα παρατεταμένη, όπως συνηθίζεται στην Βενεζουέλα,    προεκλογική περίοδος για τις προεδρικές εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου του 1998, ξεκίνησε ομαλά. Έως ένα εξάμηνο πριν τίποτε δεν προμήνυε το τι θα συνέβαινε. Τα κόμματα του δικομματισμού – το χριστιανοδημοκρατικό COPEI και το σοσιαλδημοκρατικό Accion Democratica (AD) – είχαν ξεκινήσει την συνηθισμένη τους προεκλογική κίνηση, έχοντας προβάλει τους δικούς τους υποψηφίους και βάλλοντας το ένα εναντίον του άλλου με όρους «φωτός» και «σκότους». Οι δημοσκοπήσεις έδιναν κι έπαιρναν, εμφανίζοντας να προπορεύεται η υποψήφια του COPEI, η 36χρονη πρώην Μις Κόσμος, Ιρένε Σάες, που φαινόταν ότι η σαρωτική της δημοτικότητά δεν μπορούσε ν’ απειληθεί από κανέναν. Κατά τ’ άλλα το σκηνικό, που έστηναν οι δυό «μονομάχοι», ήταν ανάλογο μ’ αυτό που έχουμε συνηθίσει και στην Ελλάδα.   
Ο διεθνής τύπος και κυρίως ο καθεστωτικός τύπος των ΗΠΑ, ασχολιόταν με τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές της Βενεζουέλας μόνο και μόνο για να μεταδώσει γαργαλιστικές λεπτομέρειες για την πρώην Μις Κόσμος, που πολλοί την σύγκριναν με την Εβίτα Περόν, και να περιγελάσει πολλές φορές με εξαιρετικά κυνικό τρόπο την «τραβεστί δημοκρατία» της χώρας που έχει βυθιστεί στην διαφθορά. Για τους «διεθνείς αναλυτές» της νέας τάξης, η Βενεζουέλα δεν ήταν παρά μια απ’ τις δέκα περισσότερο διεφθαρμένες χώρες του κόσμου. Και σ’ αυτό δεν είχαν άδικο. Το προεδρικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα της Βενεζουέλας, που ισχύει απ’ το 1958 – μ’ αρκετά πιο φιλελεύθερα χαρακτηριστικά απ’ αυτά που υπάρχουν σ’ αντίστοιχα πολιτεύματα των ΗΠΑ και της Δυτ. Ευρώπης – αποτέλεσε το λίκνο, όχι μόνο της απόλυτης κυριαρχίας του δικομματισμού, αλλά και μιας τρομακτικής άνθησης της διαφθοράς. Μιας διαφθοράς που το μέγεθός της ήταν αντίστοιχο με τον φυσικό πλούτο της χώρας.  Έναν καθόλου ευκαταφρόνητο φυσικό πλούτο, που συνίσταται σε σημαντικά κοιτάσματα μεταλλικών ορυκτών και φυσικού αερίου, μαζί με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου του Δυτικού Ημισφαιρίου.
Τις προηγούμενες δεκαετίες η οικονομία της χώρας αφομοιώθηκε απ’ την παγκόσμια αγορά, ως εξαγωγέας ακατέργαστων πρώτων υλών και αργού πετρελαίου. Το κεφάλαιο που εισέρευσε απ’ τις πολυεθνικές, χρησιμοποιήθηκε, όχι μόνο για την εξαγορά ολόκληρου του δικαστικού, κρατικού και πολιτικού συστήματος, αλλά και για την μαζική διαφθορά του πληθυσμού. Η δυνατότητα να πλουτίσει κανείς μέσω της αρπαχτής, έγινε η επίσημη ιδεολογία ολόκληρης της Βενεζουέλας. Ο δικομματισμός και οι ξένοι προστάτες του, έπνιξαν τις λαϊκές αντιστάσεις, τα κοινωνικά κινήματα, τα εργατικά συνδικάτα, την ίδια την αριστερά, σ’ έναν αληθινό κυκεώνα μίζας, λαδώματος, εξαγοράς κι απόλυτης διαφθοράς, που συνεπήρε ολόκληρη την κοινωνία. Κοντά σ’ όλα αυτά ήρθε και η διακίνηση ναρκωτικών για να ολοκληρώσει αυτό το καθεστώς γενικής εξαχρείωσης. Η Βενεζουέλα, μέσω του Ρίο Ορινόκο και του Λάγκο ντε Μαρακάιμπο, μετατράπηκε σε βασικό διάδρομο διακίνησης τεράστιων ποσοτήτων ναρκωτικών προς τον βορρά και κυρίως προς τις ΗΠΑ, προερχόμενες απ’ τους ναρκο-βαρόνους της Κολομβίας. Στις συνθήκες αυτές η χώρα, κάτω απ’ την ηγεσία της ντόπιας άρχουσας τάξης και το πατρονάρισμα του ξένου κεφαλαίου, κατέκτησε μια νέα «εθνική ενότητα», την ενότητα των συνενόχων. 
Ωστόσο, ήρθε η ώρα που έπρεπε να κλείσει ο ανοικτός λογαριασμός, που η λεηλασία της χώρας είχε ανοίξει. Έναυσμα αποτέλεσε η ραγδαία πτώση των τιμών του πετρελαίου στην δεκαετία του ’80. Η εισροή μετατράπηκε σε μαζική φυγή κεφαλαίων απ’ την χώρα. Η φυγή αυτή στοίχισε στην Βενεζουέλα περίπου 100 δις δολάρια την τελευταία δεκαετία, δίχως να υπολογίζονται οι πληρωμές τόκων για το δυσβάστακτο εξωτερικό της χρέος. Ταυτόχρονα, η εξαθλίωση του πληθυσμού και ειδικά των εργαζόμενων τάξεων άρχισε να κορυφώνεται. Έως το 1989 το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω απ’ το όριο φτώχειας ανεβαίνει στο 34%. Η παιδική θνησιμότητα αυξάνει 200 φορές, ενώ η ανεργία ανεβαίνει κατακόρυφα στα 11%. Κι όλα αυτά σε συνθήκες ενός απ’ τα πιο ανεπτυγμένα «κοινωνικά κράτη» της Λατινικής Αμερικής. Η Βενεζουέλα για σχεδόν τρεις δεκαετίες δαπανούσε το 14% του ΑΕΠ σε κοινωνικά προγράμματα για την καταπολέμηση της φτώχειας. Ενώ οι κατά κεφαλή κοινωνικές της δαπάνες ήταν περίπου δυό με τρεις φορές μεγαλύτερες απ’ εκείνες της Χιλής και της Αργεντινής.

Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει

Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν το 1989 σε μαζικές διαδηλώσεις κι εξεγέρσεις εναντίον του διεφθαρμένου κράτους και των πλουτοκρατών. Η απάντηση του δικομματισμού ήταν άμεση: καλείται ο στρατός και δολοφονεί εκατοντάδες πολίτες στην προσπάθεια των ολιγαρχικών να περισωθεί η δημοκρατία απ’ τον όχλο! Η ενέργεια, όμως, αυτή απέβη καθοριστική. Το πρώτο αίμα χύθηκε. Σ’ αυτά που χώριζαν τις εργαζόμενες μάζες με την οικονομική και πολιτική ολιγαρχία, προστέθηκε και το αίμα. Βάθυνε το κοινωνικό ρήγμα και η «δημοκρατική σταθερότητα», που πρώτος ο δικομματισμός παραβίασε, δεν ήταν ικανή πλέον να το γεφυρώσει.
Σαν συνέπεια των αιματηρών γεγονότων του 1989, αναβιώνουν επαναστατικές οργανώσεις ακόμη και μέσα στον ίδιο τον στρατό. Μια απ’ αυτές ήταν και το «Επαναστατικό Κίνημα Μπολιβάρ», όπου ιδρυτικό μέλος ήταν κι ο Χούγκο Σάβεζ, αντισυνταγματάρχης τότε των ειδικών δυνάμεων του στρατού της Βενεζουέλας. Η οργάνωση αυτή είχε σαν στόχο την επαναστατική ανατροπή του πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος, έστω και με την δύναμη των όπλων. Η ευκαιρία δίνεται το 1992, μετά από ένα τρομακτικό τραπεζικό σκάνδαλο και τις αποκαλύψεις πως ο τότε πρόεδρος Κάρλος Αντρές Πέρες ήταν ένας απ’ τους πρωταγωνιστές. Ο Χούγκο Σάβεζ και οι σύντροφοί του ηγούμενοι τριών επίλεκτων συνταγμάτων αλεξιπτωτιστών και ειδικών δυνάμεων, επιχειρούν το αδιανόητο, μια νέα «επίθεση στην Μονκάδα»! Εκτιμούσαν πως αυτή η στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στο προεδρικό μέγαρο και σ’ άλλους στρατηγικούς στόχους στην πρωτεύουσα, ήταν αρκετή για να λειτουργήσει ως έναυσμα μιας παλλαϊκής επανάστασης. Στο μυαλό τους είχαν τα ανάλογα ιστορικά παραδείγματα του Σιμόν Μπολιβάρ – που στις 19 Απριλίου του 1810 με στρατιωτικό πραξικόπημα εξεδίωξε τον Ισπανό Κυβερνήτη και επέβαλε μια μορφή γιακοβίνικης επαναστατικής δικτατορίας – αλλά και του κινήματος της 26ης Ιουλίου του Φιντέλ Κάστρο και του Ερνέστο (Τσε) Γκεβάρα.
Όμως, τα ιστορικά παραδείγματα δεν προσφέρονται γι’ απλή αντιγραφή κι όταν αυτό επιχειρείται καταλήγουν να επαναλαμβάνονται είτε ως γελοιογραφία, είτε ως τραγωδία. Έτσι και η στρατιωτική επιχείρηση του Χούγκο Σάβεζ και των συντρόφων του, πνίγηκε σε ποταμό αίματος, μιας και η παλλαϊκή επανάσταση στην οποία έλπιζαν, δεν ακολούθησε. Ο ίδιος ο Χούγκο Σάβεζ κατέληξε στην φυλακή με την ρετσινιά του πραξικοπηματία που ήθελε να «καταλύσει την δημοκρατία». Παρόλα αυτά οι εργαζόμενες μάζες της Βενεζουέλας, απέκτησαν έναν δικό τους ηρωικό El Commantante, όπως συνήθισαν ν’ αποκαλούν στις φτωχογειτονιές του Καράκας τον έως τότε άγνωστο αντισυνταγματάρχη των αλεξιπτωτιστών. Τον είχαν δει στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης να ορμά σχεδόν μόνος του, πάνω σ’ ένα άρμα, σε μια επίθεση αυτοκτονίας ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις που υπεράσπιζαν το προεδρικό μέγαρο και την διεφθαρμένη εξουσία. Τον είχαν παρακολουθήσει να καταγγέλλει στη δίκη του το καθεστώς της πλουτοκρατίας. Κι έτσι δεν μπορούσαν παρά να τον νιώσουν ως έναν πραγματικά δικό τους σύγχρονο Κομμαντάντε, απευθείας απόγονο του Λιμπερταδόρ Μπολιβάρ, και ισάξιο των ηρωικών Κομμαντάντε Φιντέλ και Τσε, που εξακολουθούν να φλογίζουν την ψυχή και τον νου της φτωχολογιάς ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής. 
Ωστόσο, ο βίος και η πολιτεία του διεφθαρμένου προέδρου Πέρες ήταν τέτοια, που τον επόμενο χρόνο και μετά από απανωτά σκάνδαλα, εκδιώκεται με κοινοβουλευτικό τρόπο απ’ το προεδρικό αξίωμα. Τον διαδέχεται ο «αδιάφθορος» Ραφαέλ Καλδέρα στο όνομα της «κάθαρσης» και της «ανάπτυξης σ’ όφελος των μη εχόντων». Οπως ήταν αναμενόμενο κι αυτή η καθεστωτική «κάθαρση» καταλήγει σε παρωδία. Ο εκδιωχθείς πρόεδρος Πέρες καταδικάζεται απλά σε «κατ’ οίκον περιορισμό», αν και αποδείχτηκε η κατάχρηση δημοσίου χρήματος δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ οι συνένοχοί του τραπεζίτες κι άλλοι «ημέτεροι», τους δίνεται η ευκαιρία να διαφύγουν στο Μαϊάμι της Φλόριντα (ΗΠΑ) για να απολαύσουν τα κέρδη τους.
Στην προσπάθειά του το πολιτικό κατεστημένο να καταλαγιάσει τον κοινωνικό αναβρασμό και τα «πολιτικά πάθη», αμνηστεύει το 1994 τους «πραξικοπηματίες» κι ανάμεσά τους τον Χούγκο Σάβεζ. Ο 40χρονος πρώην αντισυνταγματάρχης φαίνεται καταρχήν να διαλέγει τον δρόμο της αποχής απ’ την ενεργό πολιτική. Όμως, η επίσκεψή του, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, στην Κούβα, η εγκάρδια υποδοχή απ’ τον ίδιο τον Φιντέλ Κάστρο κι ο φλογερός λόγος που εκφωνεί για την «καθοδηγητική εμπειρία» της Κουβανικής Επανάστασης, πολύτιμη παρακαταθήκη για όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, προοιωνίζουν διαφορετικές εξελίξεις.

Το μοιραίο αδιέξοδο

Την παρωδία αυτή της «κάθαρσης» και την αδυναμία της να καταλαγιάσει την κοινωνική αναστάτωση, θεώρησαν ιδανική ευκαιρία οι ντόπιοι και ξένοι πράκτορες του νεοφιλελευθερισμού. Έτσι, ξεκινά μια οργανωμένη εκστρατεία με την υποστήριξη των ΗΠΑ, του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, υποκριτικού «αντικρατισμού», όπου ολόκληρη η ευθύνη για την διαφθορά, την φτώχεια, κι όλα τα στραβά κι ανάποδα την επωμιζόταν το «μεγάλο κράτος»! Οι ίδιες δυνάμεις που για δεκαετίες επωφελήθηκαν με το παραπάνω κι αποτέλεσαν το βασικό στήριγμα του διεφθαρμένου κράτους, εμφανίζονταν τώρα ν’ αντιμάχονται τον «κρατισμό» που εκτρέφει την διαφθορά!
Όμως, η «νεοφιλελεύθερη επανάσταση» απέβη κυριολεκτικά καταστροφική για την χώρα. Το ποσοστό του πληθυσμού που καταβαραθρώθηκε κάτω απ’ τα επίσημα όρια φτώχειας έφτασε από 34% το 1989, στο 70% στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Η ανεργία εκτινάχτηκε στο 25%, ενώ πάνω απ’ το 1/3 του εργαζόμενου πληθυσμού ζει κυρίως από δουλειές του ποδαριού. Τα παιδιά που κατέληξαν στους δρόμους να ζητιανεύουν ξεπέρασαν τις 200 χιλιάδες. Ενώ πάνω απ’ το 1/3 του συνολικού πληθυσμού αντιμετωπίζει το φάσμα της πείνας, λόγω έλλειψης τροφίμων, σε μια χώρα που κάποτε ξεχώριζε για την αγροτική της παραγωγή. Απ’ την άλλη, ο πλούτος που συσσωρευόταν σ’ έναν μικρό κύκλο προνομιούχων και τα κέρδη του ξένου κεφαλαίου γνώρισαν ιστορικά ρεκόρ. Η αιμορραγία κεφαλαίων προς το εξωτερικό εντάθηκε, ενώ το εξωτερικό χρέος έγινε πραγματικός βρόγχος για την οικονομία της χώρας
Με την «νεοφιλελεύθερη επανάσταση» διαλύθηκαν και οι τελευταίες αυταπάτες ότι τα οξυμένα προβλήματα της χώρας έχουν να κάνουν απλά με «επιζήμιες πολιτικές επιλογές». Αντίθετα, έγινε συνείδηση σ’ όλα τα εργαζόμενα στρώματα της κοινωνίας, ότι συνδέονται οργανικά με την εντεινόμενη κοινωνικο-ταξική πόλωση σε ελάχιστους «έχοντες» και σε πληθώρα «μη έχοντες». Η τυπική δημοκρατία, η «ελευθερία της αγοράς», η διαφθορά και η εξαθλίωση δεν είναι παρά διαφορετικές μορφές διαιώνισης αυτής της πόλωσης. Η κοινωνική συνείδηση άρχιζε να ωριμάζει για βαθύτατες σαρωτικές καθεστωτικές αλλαγές. Η δημοκρατία δεν αρκούσε πλέον να ‘ναι τυπική και κοινοβουλευτική, η αγορά δεν μπορούσε να συνεχίσει ν’ αποτελεί τον βασικό μοχλό της οικονομίας, η διαφθορά έπρεπε να ξεριζωθεί εκ βάθρων μαζί με την ολιγαρχία που την εκτρέφει, ενώ η αντιμετώπιση της εξαθλίωσης έπρεπε να μετατραπεί σε πρωταρχικό καθήκον στράτευσης όλων των φυσικών κι ανθρώπινων δυνάμεων της χώρας. Έτσι άρχισαν να σκέφτονται οι πλατιές μάζες της κοινωνίας, έστω κι αν αυτά δεν μπορούσαν ακόμη να τα μεταφράσουν σε πολιτικό πρόγραμμα.
Οπως ήταν φυσικό ο κίνδυνος μαζικών «κοινωνικών αναταραχών» έμοιαζε πραγματική απειλή ενάντια στην πολυπόθητη «δημοκρατική σταθερότητα». Έτσι, πολύ πριν εμφανιστεί ο Σάβεζ στον ορίζοντα ως διεκδικητής του προεδρικού αξιώματος, οι ηγετικοί κύκλοι των ΗΠΑ άρχισαν ν’ αναζητούν την ικανή «σιδερένια πυγμή», που ήταν αναγκαία για να καταστείλει τυχόν κοινωνικές αντιδράσεις, χωρίς όμως να ταραχθεί ξανά η «δημοκρατική σταθερότητα». Ο καθεστωτικός τύπος στις ΗΠΑ άρχιζε να πλημμυρίζει από ιστορίες διαφθοράς και υποδείξεις για την ανάγκη ενός «ισχυρού άνδρα», ως νέου προέδρου, που δεν θα έχει φθαρεί απ’ το πολιτικό κατεστημένο και θα επιχειρήσει ότι έκανε μ’ επιτυχία ο Φουτζιμόρι στο Περού: θα καταργήσει το Κογκρέσο, θα συγκεντρώσει περισσότερες εξουσίες στο αξίωμά του και θα επιβάλει έναν ανελαστικό προσανατολισμό προς την «ελεύθερη αγορά».
Πραγματικά, ο υποψήφιος που φαίνεται ότι προοριζόταν να παίξει τον ρόλο του Φουτζιμόρι και είχε το «χρίσμα» της Ουάσινγκτον και της «διεθνούς επενδυτικής κοινότητας» δεν ήταν άλλος απ’ τον Ενρίκε Σάλας Ρομέρ. Επρόκειτο για έναν πρωτοεμφανιζόμενο υποψήφιο επικεφαλής του προσωπικού του κόμματος με καθαρά νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό, κι ο οποίος φιλοδοξούσε να παίξει τον ρόλο της «σφήνας» ανάμεσα στα μεγάλα κόμματα του δικομματισμού. Ο Ρομέρ ήταν ένας σχετικά νέος κι «άφθαρτος» πολιτικός, με τυπική συμπεριφορά δανδή, με οικονομικές σπουδές στο Γιέηλ των ΗΠΑ και «πετυχημένος» επιχειρηματίας.

Η ανατροπή όλων των δεδομένων

Έτσι ήταν τα πράγματα έως έξι μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πως κι αυτές οι εκλογές θα ήταν μια απ’ τα ίδια. Θα πρωταγωνιστούσαν οι «δυό μονομάχοι» με ενδεχόμενη πιθανή «σφήνα» τον Ρομέρ. Τίποτε περισσότερο. Τότε ακριβώς εμφανίζεται ως υποψήφιος πρόεδρος ο Χούγκο Σάβεζ, ο El Commantante της φτωχολογιάς του Καράκας, επικεφαλής του νεοϊδρυθέντος Κινήματος της 5ης Δημοκρατίας (MVR), και κυριολεκτικά ανατρέπει όλα τα προγνωστικά. Απ’ την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης της υποψηφιότητάς του, οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τουλάχιστον 20 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά απ’ όλους τους άλλους πάλαι ποτέ «επικρατέστερους υποψηφίους». 
Μια απλή εκλογική κίνηση, όπως αυτή της καθόδου του Χούγκο Σάβεζ στις εκλογές, ήταν η θρυαλλίδα για μια αληθινή λαϊκή έκρηξη. Ο κοινωνικός αναβρασμός, που υπέβοσκε κι εκδηλωνόταν μόνο περιστασιακά με διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις κι αναταραχές, ξεπήδησε στην επιφάνεια και κατέλυσε την τυπική ουδετερότητα των εκλογών. Η «δημοκρατική σταθερότητα» του τυπικού κοινοβουλευτισμού, δεν μπορούσε πλέον να λειτουργήσει ως ανάχωμα, ή «καπάκι» των κοινωνικο-ταξικών αντιθέσεων. Αντίθετα, αποτέλεσε προνομιακό πεδίο ανάπτυξης μιας πρωτοφανούς ταξικής πόλωσης των πολιτικών δυνάμεων, που επρόκειτο ν’ αναμετρηθούν στις εκλογές, με επίκεντρο το ίδιο το πρόβλημα της εξουσίας. Απ’ την μια, βρέθηκε ο Πατριωτικός Πόλος, η συμμαχία 9 αριστερών κομμάτων που υποστήριξαν ως υποψήφιο πρόεδρο τον Χούγκο Σάβεζ. Κι απ’ την άλλη, τα παραδοσιακά κόμματα του δικομματισμού, που γρήγορα εγκατέλειψαν τους δικούς τους υποψηφίους και συσπειρώθηκαν γύρω απ’ την υποψηφιότητα του Ενρίκε Σάλας Ρομέρ.
Η εισβολή στο πολιτικό προσκήνιο της φτωχολογιάς και των εργαζόμενων τάξεων της χώρας, έφερε σοβαρές ανατροπές στο «δια ταύτα» των εκλογών, αλλά και της κυβέρνησης που θα προέκυπτε. Ολόκληρο το πολιτικό πρόβλημα της χώρας επικεντρώθηκε, όχι στην «πολιτική εντιμότητα» των υποψηφίων, ως βασική προϋπόθεση για την καταπολέμηση της διαφθοράς, αλλά στην κοινωνικο-ταξική στράτευση κι αναφορά κάθε πολιτικής δύναμης. Η εξέλιξη αυτή, όπως ήταν φυσικό, έσπειρε τον πανικό στα επιτελεία του δικομματισμού και της ολιγαρχίας που κυβερνά την χώρα. ΄Έτσι, όλα τα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας, εφημερίδες και τηλεοράσεις, στρατεύθηκαν σε μια χωρίς προηγούμενο εκστρατεία κινδυνολογίας και σπίλωσης τόσο του Πατριωτικού Πόλου, όσο και του ίδιου του Χούγκο Σάβεζ. Σ’ αυτή την εκστρατεία δεν άργησε να συστρατευθεί κι ο διεθνής τύπος.
Ξαφνικά, εκεί που ο διεθνής και κυρίως ο αμερικάνικος τύπος λοιδορούσε την Βενεζουέλα για την «τραβεστί δημοκρατία» της, άρχισε να πλημμυρίζει από κραυγές για την «απειλή ενάντια στην πιο παλιά δημοκρατία της Λατινικής Αμερικής», που συνιστούσε η πιθανή νίκη του υποψηφίου του Πατριωτικού Πόλου. Ο ίδιος ο Χούγκο Σάβεζ άρχισε να περιγράφεται με τα πιο μελανά χρώματα, ως ο «αμετανόητος πραξικοπηματίας», ως καινούργιος ποπουλιστής caudillo, ένας νέος Περόν, κάτι ανάμεσα στον Λεπέν και τον Φιντέλ Κάστρο. Όμως, όσο περισσότερο δυνάμωναν οι κραυγές δαιμονοποίησης του Σάβεζ και κυρίως όσο περισσότερο τον συνέκριναν με τον Κάστρο, τόσο περισσότερο μεγάλωνε η δημοτικότητά του, τόσο περισσότερα κοινωνικά στρώματα τάσσονταν υπέρ του. Ακόμη και οι ανοικτές απειλές επέμβασης των ΗΠΑ στην περίπτωση εκλογής του Σάβεζ, που κυκλοφόρησαν από ορισμένους ημι-επίσημους κύκλους της Ουάσινγκτον, δεν φαίνεται να τρόμαξαν τις λαϊκές μάζες. Αντίθετα, προσέβαλλαν το εθνικό τους φιλότιμο, γι αυτό και έδωσαν μια σαρωτική νίκη στον Σάβεζ με 56% των ψήφων, έναντι 39% του Ρομέρ, που συγκέντρωνε την υποστήριξη όλων των ισχυρών κομμάτων του κατεστημένου.

Το ισχυρό όπλο του Σάβεζ

Ο διεθνής τύπος εμφανίζει τον Σάβεζ και το Κίνημα της 5ης Δημοκρατίας, ως ένα συνοθύλευμα δημοκόπων, που δεν έχουν κανένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, αλλά δημαγωγούν με βάση την «κοινωνική δυσαρέσκεια». Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Η εμβέλεια του Κινήματος και του ίδιου του Σάβεζ δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός πως συγκεντρώνει την ενεργή υποστήριξη των πιο γνωστών αγωνιστών της αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων της χώρας, αλλά κυρίως στο πρόγραμμά του. Ένα αναλυτικό, καλά επεξεργασμένο – ακόμη κι ως προς τις λεπτομέρειές του – άμεσης εφαρμογής αριστερό κυβερνητικό πρόγραμμα. Στις 100 και πλέον σελίδες του, δεν θα βρει κανείς τις γνωστές ατελείωτες «αντι-ιμπεριαλιστικές» κι «αντι-μονοπωλιακές» αναφορές, που υποδηλώνουν αδυναμία μπροστά στην ανάγκη να διατυπωθεί θετική πολιτική διεξόδου σ’ όφελος του λαού. Αυτό που θα βρει είναι μια συνεκτική πολιτική αντιμετώπισης των προβλημάτων του λαού και της χώρας με κριτήριο τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των εργαζόμενων τάξεων. Τα βασικότερα σημεία αυτού του προγράμματος είναι:
Πρώτο: Η επανίδρυση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, ώστε να αναδειχθεί μια νέου τύπου δημοκρατία, όχι τυπική και κοινοβουλευτική, που συγκαλύπτει την ταξική ανισότητα, αλλά κοινωνική και συμμετοχική, που αναδεικνύει τα εργαζόμενα στρώματα στην άμεση άσκηση της εξουσίας. Πρώτο βήμα είναι ένα νέο σύνταγμα που θα κατοχυρώνει θεσμικά τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής της νέας συμμετοχικής κοινωνικής δημοκρατίας.
Δεύτερο: Η ανατροπή του «εξαγωγικού προσανατολισμού» της οικονομίας της Βενεζουέλας, που την έχει καταδικάσει σε εξαγωγέα αργού πετρελαίου κι ακατέργαστων πρώτων υλών. Αναγκαία προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η ολόπλευρη εκβιομηχάνιση της χώρας, ώστε να γίνει δυνατή η ορθολογική αξιοποίηση των φυσικών πόρων της χώρας πρωταρχικά σε εθνικό έδαφος. Βασικό κριτήριο αυτής της εκβιομηχάνισης είναι πρωταρχικά οι συλλογικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας και κατόπιν η δυνατότητα πρόσβασης στις διεθνείς αγορές. 
Τρίτο: Σε μια περίοδο άγριου ανταγωνισμού στις αγορές το κράτος δεν μπορεί να εμφανίζεται «ουδέτερο» και ν’ «απέχει» απ’ την άμεση παραγωγική διαδικασία. Αντίθετα, πρέπει να πάρει σαφή θέση κι αυτή είναι με την πλευρά των αδυνάτων, των χαμένων του παιχνιδιού, των ανθρώπων του μόχθου, που στέκουν ανήμποροι μπροστά στους επιχειρηματικούς γίγαντες. Το κράτος πρέπει να εξυγιανθεί να κόψει τους δεσμούς του με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και να γίνει ο συλλογικός εγγυητής των δικαιωμάτων των εργαζόμενων τάξεων και ο στρατηγικός μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας.
Τέταρτο: Βασικό στοιχείο εθνικής αξιοπρέπειας της χώρας και του πληθυσμού της είναι η προάσπιση με κάθε μέσο της εθνικής ανεξαρτησίας, η οποία δεν έχει μόνο πολιτική διάσταση, αλλά και οικονομική και πολιτιστική. Έτσι, η εθνική ανεξαρτησία δεν συμβιβάζεται με μονόπλευρες πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές εξαρτήσεις από συγκεκριμένα «κέντρα αποφάσεων». Αντίθετα, προϋποθέτει το άνοιγμα σ’ ολόκληρο τον κόσμο, δίχως ταμπού και «σχέσεις προσάρτησης», αλλά με βάση την αμοιβαιότητα, την αναζήτηση συμμαχιών και συμπορεύσεων με κράτη και λαούς που αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα, τους διακατέχουν αντίστοιχες αγωνίες.
Το ιδιαίτερο γνώρισμα του προγράμματος είναι το γεγονός ότι ο αντι-νεοφιλελεύθερος κι εντέλει ο αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας του, δεν εκδηλώνεται απλά στο τι καταγγέλλει, αλλά στις συγκεκριμένες διεξόδους πολιτικής που προωθεί.  Ήταν αυτό ακριβώς το γνώρισμα, που έκανε πλατύτερες μάζες να πιστέψουν πως τελικά μπορεί υπάρξει εφαρμόσιμη εναλλακτική διέξοδος απέναντι στην «λαίλαπα» του νεοφιλελευθερισμού και των παγκόσμιων αγορών. Το πρόγραμμα αυτό σ’ όλες τις λεπτομέρειές του, έκανε δυνατό να εκφραστούν μέσα απ’ τον Πατριωτικό Πόλο, όχι μόνο η «κοινωνική διαμαρτυρία» της φτωχολογιάς, αλλά και η αναζήτηση διεξόδου των πιο πολιτισμένων στρωμάτων της εργατικής τάξης. Έκανε δυνατή την στράτευση ενός μεγάλου τμήματος της διανόησης, αλλά και την άλωση σχεδόν του συνόλου των συνδικαλισμένων εργατών του πετρελαίου. Το τελευταίο μάλιστα άφησε χωρίς τα παραδοσιακά της κοινωνικά στηρίγματα την παντοδύναμη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της χώρας που έχει δεσμούς αίματος με τους σοσιαλδημοκράτες του AD. Η δύναμη του συγκεκριμένου και της απτής διεξόδου ενάντια στην λογική του νεοφιλελευθερισμού και των παγκόσμιων αγορών, έκανε ακόμη κι ορισμένα τμήματα της ντόπιας αστικής τάξης, ιδίως εκείνων που υπέφεραν περισσότερο απ’ τον ανταγωνισμό με τις πολυεθνικές, να υποστηρίξουν τον Σάβεζ.

Τι θα κρίνει την πορεία;

Η εκλογή του Σάβεζ και η δημιουργία της πρώτης κυβέρνησης του Πατριωτικού Πόλου τον Φεβρουάριο του 1999 στην Βενεζουέλα, με συμμετοχή παλιών ανταρτών, κομμουνιστών, δημοκρατών επαναστατών και μετριοπαθών αριστερών, θέτει εκ των πραγμάτων ένα καίριο ερώτημα: Πως θα μπορέσει να καταφέρει ο Σάβεζ και η κυβέρνησή του ότι δεν μπόρεσαν να κατορθώσουν οι Σαντινίστας και το Λαϊκό Μέτωπο του Σαλβαδόρ Αλλιέντε; Και μάλιστα σε μια εποχή εξαιρετικά πιο δύσκολη και σ’ ένα διεθνές περιβάλλον ασύγκριτα πιο δυσμενές;
Η απάντηση ταλανίζει πρώτα και κύρια τις ίδιες τις δυνάμεις της αριστεράς που παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά και αμηχανία, τις εξελίξεις στην Βενεζουέλα. Για την απανταχού κεντροαριστερά δεν μπαίνει καν θέμα. Έτρεξε να υιοθετήσει την δαιμονολογία των «διεθνών αναλυτών» της νέας τάξης ενάντια στον «ποπουλιστή» και «πραξικοπηματία» Σάβεζ. Πως είναι δυνατόν να μην είναι καθόλα ύποπτος, δημαγωγός με σκοτεινές προθέσεις, εκκολαπτόμενος σταλινίσκος, κρυφή απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την δημοκρατία, κάποιος που τολμά έμπρακτα ν’ αμφισβητήσει τον ακλόνητο δογματισμό των ιδεολόγων της προσαρμογής;
Ωστόσο, αυτός ο «ποπουλιστής» Σάβεζ με τις μακάβριες και σκοτεινές προθέσεις, στον έναν χρόνο που πέρασε, όχι μόνο δεν «ξέχασε» το πρόγραμμά του και τις υποσχέσεις του στην φτωχολογιά, αλλά τόλμησε παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις της «επενδυτικής κοινότητας» και του «μεγάλου αδελφού» στην Ουάσινγκτον, να επιχειρήσει να το εφαρμόσει. Πρώτο απτό αποτέλεσμα είναι το νέο Σύνταγμα που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο του 1999 και συγκέντρωσε την αποδοχή του 72% των ψηφισάντων. Πρόκειται για ένα εντελώς καινούργιο Καταστατικό Χάρτη της νέας Βενεζουέλας που μετονομάστηκε επίσημα σε Μπολιβαριανή Δημοκρατία. Στα 350 άρθρα του και τις 18 μεταβατικές του διατάξεις, μαζί με την διασφάλιση των τυπικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, ελεύθερου λόγου και συνάθροισης, εισάγει και μια σειρά νέες διατάξεις: Εξασφαλίζει για πρώτη φορά τα πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα των ινδιάνικων πληθυσμών της χώρας. Κατοχυρώνονται τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων, απέναντι στον εργοδότη τους, δεσμεύοντας μάλιστα το κράτος να παρεμβαίνει και να επιλύει στο μέλλον κάθε πιθανή διαφορά εργατών και εργοδοτών σε όφελος των πρώτων. Κατοχυρώνεται για πρώτη φορά η άμεση εκλογή κι ανάκληση απ’ τον ίδιο τον λαό όλων των σημαντικών πολιτικών θέσεων, απ’ τον πρόεδρο έως τα δημοτικά συμβούλια της χώρας. Δημιουργείται ένας «τέταρτος βραχίονας» της εξουσίας που θα είναι ανεξάρτητος, θα εκλέγεται απευθείας απ’ τον λαό και θα έχει σαν στόχο τον έλεγχο της διαφθοράς της εξουσίας. Καταργείται κάθε έννοια πνευματικής ιδιοκτησίας, πατέντας, κλπ. στα γονίδια και την ανθρώπινη φυσιολογική υπόσταση. Το ίδιο ισχύει και για βασικούς τομείς επιστημονικής έρευνας και τεχνογνωσίας, που αποτελούν πλέον «κοινό αγαθό». Προβλέπει την κατάργηση κάθε «ειδικής μεταχείρισης» των ξένων επενδύσεων, που θα πρέπει να διέπονται απ’ την ίδια νομοθεσία που ισχύει για όλους στην χώρα.
Το σύνταγμα αυτό, που η δημοκρατικότητά του δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα συντάγματα των χωρών όπου κυβερνά η κεντροαριστερά, αποτέλεσε την πρώτη θεμελιακή επιδίωξη της κυβέρνησης Σάβεζ. Μια δεύτερη ήταν η προσπάθεια αντιμετώπισης των πιο επειγουσών αναγκών του εργαζόμενου πληθυσμού στις φτωχογειτονιές του Καράκας και των άλλων πόλεων της χώρας, σε υποδομές, σχολεία, ευκαιρίες απασχόλησης, κοκ. μέσα απ’ το «Πλάνο Μπολιβάρ 2000», που εξαγγέλθηκε στις αρχές του 1999 και συνεχίζεται έως σήμερα. Οι ενέργειες αυτές, είχαν σαν αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη διεύρυνση της λαϊκής απήχησης του Σάβεζ και της κυβέρνησής του, που αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις φτάνει στο 70% του πληθυσμού της χώρας. Η σαρωτική δημοτικότητα του Πατριωτικού Πόλου είναι τέτοια, που στις εκλογές που έρχονται τον Μάιο του 2000, όπου θα εκλεγούν με βάση το νέο Σύνταγμα όλα τα πολιτικά σώματα της δημοκρατίας, τα πάλαι ποτέ πανίσχυρα κόμματα του δικομματισμού, σκέφτονται να μην κάνουν καν τον κόπο να κατεβάσουν υποψηφίους.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που το όνομα Σάβεζ βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα χείλη όλων των Λατινοαμερικάνων. Άλλοι το προφέρουν με τρόμο κι άλλοι μ’ ελπίδα. Οι αριστεροί αντάρτες της Κολομβίας του Κομμαντάντε Μανουέλ Μαρουλάντα, τον ονόμασαν επίσημο εκπρόσωπό τους, μαζί με τον Φιντέλ Κάστρο, στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ και τον επίσημο πρόεδρο της Κολομβίας. Σε μια πρόσφατη επίσκεψή του Σάβεζ στην Βραζιλία για επίσημες επαφές με τον πρόεδρο της χώρας Καρντόσο, η πρωτεύουσα συγκλονίστηκε από αυθόρμητες διαδηλώσεις του κόσμου με συνθήματα, «έναν Σάβεζ και για την Βραζιλία». Η εξέγερση στο Εκουαδόρ, παρά την τροπή που πήρε μετά την προδοσία των στρατιωτικών, είχε προγραμματικές αναφορές ανάλογες μ’ εκείνες του Κινήματος της 5ης Δημοκρατίας. 
Παρόλα αυτά η τύχη του κυβερνητικού συνασπισμού της Βενεζουέλας και η προοπτική του ίδιου του Σάβεζ, δεν έχει κριθεί ακόμη. Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά. Η πορεία υλοποίησης του προγράμματος του Πατριωτικού Πόλου, θα πυροδοτήσει αναπόφευκτα αντιθέσεις, τόσο μέσα στους κόλπους των δυνάμεων που στηρίζουν την υπάρχουσα κυβέρνηση, όσο και μέσα στην ίδια την κοινωνία. Η επιτυχία της πορείας αυτής θα κριθεί απ’ την δυνατότητα του ίδιου του Πατριωτικού Πόλου ν’ ανασυγκροτεί και ν’ ανασυνθέτει τις δυνάμεις του σε πιο προωθημένη βάση, την ίδια ώρα που θα κατορθώνει να δρομολογεί λύσεις για τα πιο επείγοντα προβλήματα των εργαζομένων και της οικονομίας. Πράγμα δύσκολο αν σκεφτεί κανείς όχι τόσο την αντίδραση των δυνάμεων της νέας τάξης πραγμάτων, που οπωσδήποτε δεν θα καθίσουν με σταυρωμένα χέρια, όσο τις ιστορικές αγκυλώσεις και την σκουριά που κατατρέχει τη σκέψη της αριστεράς παγκόσμια. Μια αριστερά που δεν έχει ακόμη απαλλαγεί απ’ τα φαντάσματα του παρελθόντος και αρνείται πεισματικά να αναδείξει την δική της προγραμματική απάντηση στα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων και της κοινωνίας. Γι αυτό και δυστυχώς είναι πολλοί εκείνοι που εναγωνίως περιμένουν τον εκφυλισμό ή την παταγώδη αποτυχία του «εγχειρήματος Σάβεζ», μόνο και μόνο γιατί έτσι νομίζουν ότι «δικαιώνεται» η δική τους ιησουίτικη επιμονή στις «απόλυτες αλήθειας» μιας αριστεράς που ξέρει μόνο ν’ ασκείται σε κασσανδρικές προφητείες, να καλεί σ’ αντίσταση, να κάνει κριτική και να καταγγέλλει το υπάρχον, και αναμένει πότε η «αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων» της επιτρέψουν κάτι περισσότερο.
      



Κίνημα 5ης Δημοκρατίας

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΑΡΧΩΝ

 

Είμαστε ένα κίνημα πατριωτικό, λαϊκό και δημοκρατικό. Η πάλη μας έχει σαν βασικό οδηγό τη δημιουργία μιάς πλατιάς ενότητας των βενεζουελάνων που υποστηρίζουν τη μεταμόρφωση της Πατρίδας, στην προοπτική της δημιουργίας και της ισχυροποίησης ενός έθνους αυθεντικά κυρίαρχου, δίκαιου και ελεύθερου, όπως το ονειρεύονταν οι Ελευθερωτές μας.
Η κοσμοθεωρία μας είναι η σύνθεση της σκέψης του ΣΙΜΟΝ ΜΠΟΛΙΒΑΡ και του δασκάλου ΣΙΜΟΝ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΣ, με την αντίληψη κοινωνικής δικαιοσύνης του Στρατηγού του Κυρίαρχου Λαού, ΕΖΕΚΙΗΛ ΣΑΜΟΡΑ. Έτσι η δική μας ιστορική αποστολή είναι η συνέχιση της δράσης των ιδρυτών της Πατρίδας, και εκφράζεται στο σχεδιασμό, την προβολή και την πάλη ώστε να πραγματοποιήσουμε σχέδια που υποστηρίζουν την ουσιαστική άνοδο της ποιότητας ζωής του λαού μας στους πιο σημαντικούς υλικούς και πνευματικούς τομείς, καθώς επίσης και στην ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας.
Για μας το πιο επείγον καθήκον συνίσταται στην προώθηση μιας πλατιάς ενότητας των δημοκρατικών, πατριωτικών και επαναστατικών δυνάμεων, οι οποίες είναι βαθιά ριζωμένες στη συλλογική συνείδηση και στους καθημερινούς αγώνες της πλειοψηφίας των βενεζουελάνων.
Η νίκη αυτού του πόλου δυνάμεων είναι απαραίτητη για να ανοίξει δρόμο στην εγκαθίδρυση ενός κοινωνικού συστήματος διακυβέρνησης που εγγυάται την ευημερία του πληθυσμού, την πολιτική σταθερότητα, την οικονομική ανάπτυξη και το διαρκή εκσυγχρονισμό της τεχνολογικής δομής, σε μια πορεία ορθολογικής αξιοποίησης των φυσικών πόρων που διαθέτει η Χώρα. Αυτή η διαδικασία πρέπει να χαρακτηρίζεται από τη βιομηχανική παραγωγική επεξεργασία αυτών των πόρων σε εθνικό έδαφος, ώστε να μετατραπεί η Βενεζουέλα σε μια χώρα της οποίας ο πλούτος βασίζεται στη φυσική και πνευματική ικανότητα του πληθυσμού της, στις δικές του ηθικές αξίες, και στην απόκτηση αποτελεσματικών υπηρεσιών στην υγεία, την εκπαίδευση, τη διατροφή και την ψυχαγωγία.
Αυτή η Βενεζουέλα που θα οικοδομούμε μέρα με τη μέρα θα έχει μια παρουσία στη διεθνή κοινότητα που θα χαρακτηρίζεται από τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της εξωτερικής της πολιτικής, στην πορεία  άσκησης μιας συλλογικής ηγεσίας στα πλαίσια ενός μεγάλου μπλοκ λατινοαμερικανικών κρατών, καθώς κι ευρύτερων περιοχών του κόσμου.
Ο αγώνας μας είναι οργανικό στοιχείο της καθημερινής μάχης που διεξάγει η πλειοψηφία των βενεζουελάνων για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των συμφερόντων της. Αυτό το δεδομένο μας υποχρεώνει να προωθήσουμε χωρίς καθυστέρηση την οργάνωση των διαφόρων ομάδων του λαού με τρόπο αυθεντικά δημοκρατικό, δηλαδή συμμετοχικό, πρωταγωνιστικό, αλληλέγγυο κι ανεξάρτητο. Απ’ αυτή τη γνώση των δημιουργικών εμπειριών του λαού, που προωθούμε, γεννιόνται τα βασικά προπύργια μιάς κουλτούρας επικεντρωμένης σε αξίες της ίδιας της εθνικής υπόστασης της Βενεζουέλας. Αξίες που έχουν υποβαθμιστεί και παραμένουν υποταγμένες σε κυρίαρχες λογικές και συμπεριφορές απ’ το εξωτερικό, οι οποίες επιβλήθηκαν τόσο από το λαϊκίστικο μοντέλο, όσο και δια της βίας από τις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις. Πράγμα που γέννησε την διαφθορά, τη διακίνηση ναρκωτικών, τον εγωισμό και την κοινωνική και πολιτική αδιαφορία. Οι οργανωτικές εμπειρίες που αντλούμε απ’ τους κόλπους του λαού μας, επαναφέρουν την έννοια της οικοδόμησης μιας κοινωνίας που χρειάζεται να πρωταγωνιστήσει στην ιστορία με τρόπο συνειδητό, όπως ακριβώς το προέβλεψαν οι Ελευθερωτές μας.
Αυτή την επάνοδο στις πρωταρχικές πηγές του Έθνους μας, ώστε από ‘κει να επανεξετάσουμε την ιστορία μας και ν’ αναδείξουμε τη σύγχρονη διάσταση της εθνικότητάς μας, την πραγματοποιούμε καθοδηγούμενοι απ’ το παράδειγμα του ΣΙΜΟΝ ΡΟΝΤΡΙΓΚΕΣ. Το παράδειγμά του δείχνει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κατευθύνουμε μια διαδικασία αξιόλογης ανόδου του πνευματικού και πολιτιστικού επιπέδου των βενεζουελάνων, πάνω στη βάση αποτελεσματικών μεθόδων εκπαίδευσης.
Την οργάνωση του λαού σε πρωταγωνιστή όλων των εξελίξεων, την θεωρούμε επίσης σαν ιστορική συνέχεια των λαϊκών εμπειριών που συσσωρεύτηκαν από τις δυνάμεις του Στρατηγού ΕΖΕΚΙHΛ ΣΑΜΟΡΑ, στην αγωνιστική πορεία του Φεντεραλιστικού κινήματος. Όπως αυτή η διαδικασία απελευθέρωσε την δημιουργική ενέργεια της πλειοψηφίας των βενεζουελάνων, με τον ίδιο τρόπο στην εποχή μας προωθούμε την ορμητική ανάδειξη των δημιουργικών δυνάμεων του οργανωμένου λαού. Έτσι ώστε να υπάρξουν κατακτήσεις τέτοιες που θα ανεβάσουν τη ποιότητα ζωής του πληθυσμού, και θα διασφαλίζουν την εθνική κυριαρχία.
Η πρωταγωνιστική, συμμετοχική και κυρίαρχη συμπεριφορά που προωθούμε στους βενεζουελάνους διακηρύσσεται επίσης και στις σχέσεις ανάμεσα σ’ όσους συμμετέχουν στο Κίνημά μας. Εξασκούμε με τρόπο ολοκληρωμένο μια δημοκρατία επικεντρωμένη στην αυθεντικότητα των ατομικών και πολιτικών αξιών και στην μόνιμη άσκησή τους. Όλοι θα έχουμε δικαίωμα να εκλέξουμε και να εκλεγούμε για να εκπληρώσουμε ρόλους διοικητικούς στα διάφορα επίπεδα και στιγμές της οργάνωσης. Όπως θα εκπληρώσουμε δίκαια τα καθήκοντα που προκύπτουν από τη θέση μας σαν μέλη του Κινήματος. Η αλληλεγγύη στις σχέσεις των μελών της οργάνωσης, όπως και ο αμοιβαίος σεβασμός μεταξύ τους, θα είναι ένα πρακτικό καθήκον και μια συνειδητή συνήθεια.
Το Κίνημά μας καθιστά το διάλογο, την κατανόηση και την ανεκτικότητα, πολιτικές πρακτικές βαθιά ριζωμένες, που εκφράζονται στην καθημερινή συμπεριφορά καθενός από τα μέλη του. Η σχέση μας με τις κοινωνικές οργανώσεις κάθε είδους, όπως και με άλλες πολιτικές δυνάμεις, θα χαρακτηρίζεται από το αίσθημα της συνεργασίας, πάντα στην προοπτική ανόδου του επιπέδου ευημερίας της πλειοψηφίας των βενεζουελάνων, της προάσπισης της εθνικής κυριαρχίας μέσα απ’ την ανάδειξη τόσο της εδαφικής, όσο και της πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής της διάστασης.
Σαν πολιτική και κοινωνική δύναμη, επιδιώκουμε ν’ αποτελέσουμε ακριβή έκφραση των πιο καθαρών αγωνιστικών παραδόσεων, των πιο ευγενών αξιών και των πιο ένδοξων ρευμάτων της εθνικής σκέψης. Προσόντα τα οποία θα εμπλουτίσουμε με το απόσταγμα που προέρχεται από τις εμπειρίες άλλων λαών, καθώς και με τις ιδεολογικές και πολιτικές αρχές στις οποίες θα θεμελιώσουμε την προσπάθειά μας να είμαστε περήφανοι κληρονόμοι του διεθνιστικού οράματος του Ελευθερωτή ΣΙΜΟΝ ΜΠΟΛΙΒΑΡ.



Δημοσιεύτηκε στο Στίγμα τ. 2ο





* Σ’ ελεύθερη μετάφραση: Ζήτω το προλεταριάτο, κάτω οι πλουτοκράτες!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου